Το λιγότερο που μπορούμε να πούμε, είναι πως αυτή η ταινία, έργο αλήθειας που αποφεύγει να γίνει απλοϊκό εγκώμιο, έχει επιτύχει.
Cahiers du Cinéma - 2/1995
Η ηθική εντιμότητα του Τίμωνα Κουλμάση, η άρνηση του να εξαργυρώσει την θέση στην οποία έτυχε να βρίσκεται, δεν είναι μόνο θέμα αρχών μα και σεβασμού της αλήθειας : η απόσταση που επιβάλλει, δίνει το περίγραμμα μιας γυναίκας γνωστής σε όλους, έμβλημα μιας γενιάς, και παραγνωρισμένης απ'όλους, η οποία παραμένει αίνιγμα ακόμη και για τους οικείους της. Το Ουλρίκε Μαρί Μάινχοφ είναι ένα ντοκιμαντέρ που προσπαθεί να καταλάβει, δηλαδή το αντίθετο των ρεπορτάζ που ισχυρίζονται ότι γνωρίζουν.
Frederic Strauss, Cahiers du Cinéma - 1/1995
Η ταινία ταλαντεύεται ανάμεσα στην θέρμη της ανάμνησης (αποσπάσματα οικογενειακών σούπερ-οκτώ ταινιών, μαρτυρίες οικείων της) και στην κοινωνική εικόνα (τηλεοπτικά αρχεία), στην οποία τελικά αντιτίθεται...Ο σκηνοθέτης, πίσω από την αιματηρή εποποιία του τρομοκράτη, δεν σταματά να επαναφέρει την ακατάβλητη πορεία του προσώπου.
Jacques Mandelbaum, La Tribune Juive 2/2/1995
Η Ουλρίκε Μαρί Μάινχοφ είναι ένα προσωπικό πορτραίτο εκείνης της οποίας το όνομα έγινε οικείο ταμπού, για 25 χρόνια. Η ταινία αποκαλύπτει την τεράστια απόσταση ανάμεσα στην γυναίκα και στην επιφανειακή εικόνα που της έδωσε η εποχή της. Τελικά δεν πρόκειται ούτε για την αιμοσταγή καρικατούρα που απέδωσαν τα μέσα ενημέρωσης της εποχής της ούτε για τον μάρτυρα που περιέγραψαν κάποιοι στρατευμένοι ...ο Τίμωνας Κουλμάσης φωτίζει μ'ένα νέο φώς την μεταπολεμική γενιά, του 68.
Le Monde 26-27/2/1995
Επιστρέφοντας της την εικόνα της, τη φωνή της, αυτό το ντοκιμαντέρ της επιστρέφει την αξιοπρέπειά της.
Telerama, 25-2-1995
Από τις καλές στιγμές του φεστιβάλ, η Ουλρίκε Μαρί Μάινχοφ, του Τίμωνα Κουλμάση, που συγκλόνισε ένα ακροατήριο για το οποίο η προσωπικότητα της Μάινχοφ, περιορίζονταν αναμφίβολα στην μονοδιάστατη εικόνα που επέβαλλαν τα μέσα ενημέρωσης, αυτή του φανατισμού και της βίας της ομάδας του Μπάντερ, και που ανακάλυπτε μέσω των σπάνιων ντοκουμέντων, συχνά απρόσμενων, και των ευαίσθητων, έξυπνων μαρτυριών, μια δημοσιογράφο με ταλέντο, που συνέκριναν με την Ρόζα Λούξεμπουργκ, μια αγαπητή σύζυγο, μια προσεκτική μητέρα, μια θεωρητικό της επανάστασης πολύ πιό διχασμένη απ'όσο ειπώθηκε.
Le Monde diplomatique, 1/1995
*
Η ταινία του Τίμωνα Κουλμάση είναι μια ανάλυση και, ταυτόχρονα, ένα κύκνειο άσμα. Δεν περιγράφει μόνο την προσωπικότητα της Ουλρίκε Μάινχοφ, αλλά σκιαγραφεί και το ευαίσθητο πορτραίτο της μεταπολεμικής Γερμανίας. Δείχνει την Ουλρίκε Μάινχοφ, ως θύμα μιας συλλογικής νεύρωσης της χώρας της που έχει απωθήσει βίαια το βίαιο παρελθόν της κι αποφάσισε να υπερασπίσει, δια της βίας, τη νέα τάξη.
Der Tagesspiegel, Berlin, 18/2/1995
Η ταινία του Τίμωνα Κουλμάση, είναι γυρισμένη με έγχρωμο κι ασπρόμαυρο φιλμ, και μεγάλα αποσπάσματά της συνοδεύονταιαπό κλασσική μουσική : μια ελεγεία. Αποδίδει δικαιοσύνη στο πρόσωπο, στην ιδιαίτερη περίπτωση. Καμιά ελεγεία, αντίθετα, δεν θα μπορέσει να λύσει το μυστήριο γιατί υπήρξαν τότε τόσες πολλές περιπτώσεις.
Frankfurter Allgemeine Zeitung, 1/3/1995
Σήμερα το πάνθεον της αριστεράς μέσα στην Ιστορία είναι με ερείπια. (...) Ο Τίμων Κουλμάσης σχεδιάζει με αμεροληψία την ιστορία μιας ηρωίδας της πρόσφατης γερμανικής ιστορίας. Ο σκηνοθέτης ακολουθεί την πορεία της Ουλρίκε Μάινχοφ, από τα χρόνια των σπουδών της και τις πρώτες της επαφές με τα ειρηνιστικά κινήματα, όπως και την εποχή του περιοδικού Κonkret κι ως την ιδρυση των Ερυθρών Ταξιαρχιών, την σύλληψή της και την υποτιθέμενη αυτοκτονία της. Η ταινία στηρίζεται σε ιδιωτικά υλικά, άγνωστα πριν, και σε συνεντεύξεις κοντινών της προσώπων. Ο Κουλμάσης, οι γονείς του οποίου ήταν φίλοι της Ουλρίκε Μάινχοφ και του συζύγου της Κλάους Ρελ, εμμένειστην οικειότητα του με την οικογένεια της Μάινχοφ αλλά συλλέγοντας εικόνες και μαρτυρίες ξέρει να κρατά την απαραίτητη απόσταση. Στο μοντάζ αποφεύγει τα εφφέ και οι εικόνες αρχείου - ακόμη κι εκείνες της πυρκαγιάς στα πολυκαταστήματα, της φυλακής και του θανάτου της Ουλρίκε Μάινχοφ- χρησιμοποιούνται με διακριτικότητα. (...) Η Ουλρίκε Μαρί Μάινχοφ είναι τελικά κάτι σαν προσπάθεια να γίνει ορατό, πίσω από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και πέρα απ'την εικόνα του επαναστατικού μάρτυρα, ένα κομμάτι της κοινωνικής ιστορίας της μεταπολεμικής Ομοσπονδιακής Γερμανίας.
Frankfurter Rundschau, 18/2/1995
*
Είναι η προσωπική ματιά ενός σκηνοθέτη που γνώρισε από κοντά την Ουλρίκε Μάινχοφ (ήταν φίλη των γονιών του) και συνδέθηκε με την κόρη της. ... Θέλει να αποφύγει όμως ένα κίνδυνο: Να την βάζουμε, όπως λέει, στο απλοικό καλούπι του "αναρχικού εχθρού του κράτους" ή του "μάρτυρα". Δεν προσπάθησε να βρει την αλήθεια. Αλλά, τότε, τι επιχείρησε; Χρησιμοποιεί ένα στίχο του Ρίλκε: "Να διαβάσω μέσα από τον πόνο και από μακρία..." Διαφορετικά: "Προσπάθησα να καταλάβω".
Β. ΚΑΛΑΜΑΡΑΣ - ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 31.1.1996
Είναι γεγονός ότι η πολυδιάστατη φυσιογνωμία της Ουλρίκε Μαρί Μάινχοφ παραμένει φωτεινή, αστείρευτη και ανεξάντλητη, παρά τα χρόνια που πέρασαν και τις αναφορές που έγιναν από φίλους και εχθρούς. Όμως, ο Τίμων Κουλμάσης κατάφερε με την ταινία του αρκετά πράγματα.Έφερε το "φαινόμενο Μάινχοφ" στις ανθρώπινες διαστάσεις του, όπως τις αποκτούν οι ήρωες και οι ηρωίδες μετά την "έφοδο στον ουρανό". Άφησε το "χορό των (φαινομενικά) δευτεραγωνιστών" να κινηθεί φυσικά και ανθρώπινα ανάμεσα στην ιστορική μνήμη, την πολιτική κρίση (άρα και κριτική) και τη συναισθηματική φόρτιση. Σκιαγράφησε τις "γερμανικές συνθήκες" χωρίς συνθηματολογίες και αναθέματα. Προσέγγισε, με οδηγό το στίχο του Ρίλκε, το φαινόμενο, θεωρώντας το πρόβλημα που τον αφορούσε προσωπικά. Δεν κατέφυγε σε εύκολες λύσεις, αποδίδοντας εύσημα ή ευθύνες, αλλά ούτε αποστείρωσε το υλικό του, με πρόσχημα την "αντικειμενικότητα". Συνθέτοντας αυτό το "ομαδικό πορτραίτο για μια κυρία", ο Τ. Κουλμάσης κατάφερε αφενός να ξυπνήσει την κουρασμένη μνήμη για τα καλύτερα παιδιά της μεταπολεμικής Γερμανίας, που κήρυξαν έναν ανοιχτό κοινωνικό πόλεμο, έναν ιδιότυπο εμφύλιο, στον οποίο ανταποκρίθηκε επαρκέστατα το γερμανικό κράτος και η γερμανική κοινωνία με όλα τα επακόλουθα, που γνώρισαν οι "τρομοκράτες" και οι υποστηρικτές τους κι αφ'ετέρου έμεινε πιστός στις προθέσεις του: "... μέσα από τον πόνο και από μακριά" πρόβαλε την εικόνα μιας σύγχρονης Λούξεμπουργκ, που έπεσε "στον απελευθερωτικό αγώνα της ανθρωπότητας" (Ε. Χαίνε), πιστεύοντας στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια μέχρι τέλους.
Κ. ΚΑΛΦΟΠΟΥΛΟΣ - Η ΕΠΟΧΗ, 25.2.1996